Σύμφωνα με το ΠΔ 340/1998 «περί του επαγγέλματος λογιστή – φοροτεχνικού», λογιστής φοροτεχνικός είναι ο κάτοχος ειδικής άδειας άσκησης επαγγέλματος σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ, ο οποίος ασχολείται κατ’ επάγγελμα ως μισθωτός ή ελεύθερος επαγγελματίας με λογιστικές και φοροτεχνικές εργασίες επιτηδευματιών ή και άλλων φυσικών προσώπων (άρθρο 1). Έργο του λογιστή φοροτεχνικού είναι η ορθή εφαρμογή των λογιστικών αρχών, προτύπων και σχεδίων γενικών και κλαδικών, η εποπτεία και η εφαρμογή διαδικασιών για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης και των αναλογούντων φόρων και ο έλεγχος της τυπικής επάρκειας και ακρίβειας των στοιχείων και παραστατικών, η ενημέρωση και η τήρηση των φορολογικών βιβλίων σύμφωνα με τις ισχύουσες φορολογικές διατάξεις, η κατάρτιση και η υπογραφή των οικονομικών καταστάσεων, των ισολογισμών και των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, επιχειρήσεων και οργανισμών, η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή φορολογικών δηλώσεων, συμπληρωματικών στοιχείων και καταστάσεων καθώς και η επιμέλεια εφαρμογής των απαιτούμενων διαδικασιών και διατυπώσεων προς τις φορολογικές και οικονομικές αρχές, η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή συμπληρωματικών και στατιστικών στοιχείων και καταστάσεων προς τις δημόσιες αρχές, η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή μισθολογικών καταστάσεων, ασφαλιστικών εισφορών και προγραμμάτων εργασίας (άρθρο 2). Ο λογιστής φοροτεχνικός δικαιούται και ο εντολέας αντίστοιχα υποχρεούται στη χορήγηση των κάθε είδους στοιχείων και παραστατικών, τα οποία κρίνονται από το λογιστή φοροτεχνικό αναγκαία για την ορθή εκτέλεση των ανατιθέμενων σε αυτόν εργασιών (άρθρο 9 § 4). Ο λογιστής φοροτεχνικός οφείλει να επιδεικνύει την προσήκουσα επιμέλεια περί την εκτέλεση των εργασιών που του ανατίθενται, άλλως ευθύνεται έναντι του εντολέα του για τις κάθε είδους φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις που προέκυψαν από υπαιτιότητά του (άρθρο 12).
Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 713 και 714 του ΑΚ, σαφώς προκύπτει ότι με την καταρτιζόμενη μεταξύ του λογιστή και του εντολέα του είτε αυτή είναι σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών είτε σύμβαση έμμισθης εντολής, ο λογιστής υποχρεούται να τηρεί τα λογιστικά και λοιπά φορολογικά στοιχεία και βιβλία της επιχείρησης του εντολέα του, επιδεικνύοντας την επιμέλεια που ο συνετός άνθρωπος του οικείου κύκλου συναλλαγών επιδεικνύει σε παρόμοια περίπτωση, τηρώντας τις σχετικές φορολογικές και λοιπές διατάξεις και μη υποχρεούμενος, ως προς τη φύση της διεκπεραιωθείσας και ανατεθείσας σε αυτόν εντολής, να συμμορφώνεται με αντίθετες προς τις άνω φορολογικές διατάξεις οδηγίες του εντολέα του. Η μη κανονική, κατά τον επιβαλλόμενο από τις φορολογικές και λοιπές διατάξεις, τήρηση των φορολογικών και λοιπών στοιχείων της επιχείρησης του εντολέα του λογιστή, από υπαιτιότητα (δόλο ή αμέλεια) του τελευταίου, συνιστά υπαίτια παραβίαση της μεταξύ των μερών σύμβασης από το λογιστή και δημιουργεί ευθύνη αυτού προς αποζημίωση του εντολέα για την ανόρθωση της ζημίας, που αυτός υπέστη, και τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με την αντισυμβατική αυτή συμπεριφορά του λογιστή κατά τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 330 του ΑΚ (590/2016 ΠΠΡ ΑΘ ΝΟΜΟΣ). Το πταίσμα και ευθύνη του λογιστή τεκμαίρεται από τη μη τήρηση των συμβατικών του ως άνω υποχρεώσεων, εναπόκειται δε στον ίδιο να ισχυρισθεί και αποδείξει, κατ’ ένσταση, ότι δεν τον βαρύνει υπαιτιότητα.
Την ευθύνη του λογιστή, ως προς ορισμένα ειδικά θέματα, καλύπτει η ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 «περί προστασίας καταναλωτών», όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 10 του Ν. 3587/2007, σύμφωνα με το οποίο «ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψή του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή, ως δε παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, παρέχει υπηρεσία κατά τρόπο ανεξάρτητο (§ 1), ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας (§ 3), ο παρέχων υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης για την έλλειψη της παρανομίας και υπαιτιότητάς του (§ 4 εδ. α`)». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής εμπίπτουν και οι παρεχόμενες από λογιστή υπηρεσίες (τήρηση των κατά νόμο λογιστικών βιβλίων και στοιχείων, κατά νόμο ενημέρωση αυτών, υποβολή αυτών στις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες κλπ) όταν αυτές παρέχονται στο πλαίσιο της επαγγελματικής δραστηριότητάς του κατά τρόπο ανεξάρτητο, όταν δηλαδή ο παρέχων τις υπηρεσίες λογιστής δεν υπόκειται σε συγκεκριμένες υποδείξεις ή οδηγίες του αποδέκτη αυτών, αλλά έχει την πρωτοβουλία και την ευχέρεια, με βάση τα χορηγούμενα απο τον αποδέκτη στοιχεία, τηρώντας τις καθιερωμένες αρχές της λογιστικής επιστήμης, να προβαίνει στη διεκπεραίωση των σχετικών εργασιών ( ΑΠ 1901/2008, ΤΝΠ Ισοκράτης, 590/2016 ΠΠΡ ΑΘ ΝΟΜΟΣ).
Ιωάννα Γκλίβα, Δικηγόρος
info@eglaw.gr
Leave A Comment